" Καλήν εσπέραν άρχοντες...." . Πάντα αποβραδίς τα " λέγαμε", έτσι η συνήθεια στα χρόνια μου.
Περιμέναμε να σουρουπώσει αρκετά παραμονή Χριστουγέννων και ξαμολιόμασταν στους δρόμους και τα στενά σοκάκια του χωριού, μόνοι η με παρέα. Κάλαντα, χαρούμενες παιδικές φωνές και τρεχάλες σ' όλες τις γειτονιές.
Το φώς της λουσέρνας, το φεγγοβόλισμα του αναμμένου τζακιού στο τζάμι του παραθύρου μας έδινε το θάρρος να κτυπήσουμε την πόρτα.
- Θεία να τα πούμε; Με κράτημα ανάσας με καρδιοχτύπι περιμέναμε απάντηση. Πίκρα, απογοήτευση σαν ακούγαμε κείνο το
- Μας τάπαν....μας τάπαν, πίσω απ' την πόρτα που δεν άνοιγε.
Δεκάρες, εικοσάρες και σπάνια κανένα πενηνταράκι η ανταμοιβή μα πιότερο ξεχειλωμένες οι τσέπες από καρύδια μύγδαλα σύκα και σταφίδες. Όλα καλοδεχούμενα ήταν τότε.
Χαράματα Χριστούγεννα μας ξύπναγε η μυρουδιά των φρεσκοψημένων λουκουμάδων, άρωμα και τσαγκίλα.
Γεμάτη βρίσκαμε την πήλινη λεκάνη δίπλα στο τζάκι, κι' έτσι αμέλωτους στεγνούς και ζεστούς αρπάζαμε καμπόσους.
Νύχτα σκοτάδι μας καλούσαν κι' οι καμπάνες στην εκκλησιά, παπαδάκια ντυνόμασταν.
Μυσταγωγία- κατάνυξη, φώς καντηλιών και κεριών μόνο. Μεταλαβιά κι επιστροφή στο σπίτι με την βλογιά στα χέρια που τρίβαμε στην αχνιστή κοτόσουπα που σέρβιρε η μάνα στο τραπέζι. Δίπλα και η πηχτή στην γαβάθα κι' ο τραγανός πασπαλάς αρωματισμένος με θρούμπι σαμιώτικη.
Σύναξη μετά το παιδομάνι με γεμάτες τις τσέπες δεκάρες στην πλατεία ή στον συνεταιρισμό.
Στο κλίμα των ημερών και οι μικροί, παρέες- παρέες. Σβουράκι, " πάρτα-όλα" ή " τουρκάκι". Με κάρβουνο χαραγμένοι οι ομόκεντροι κύκλοι στο τσιμέντο, χρειαζόταν και επιδεξιότητα το παιχνίδι αυτό.
Τα βράδια στο καφενείο του θείου Πανταζή, στον Αι- Χαράλαμπο, μαζευόμασταν. Εκεί παίζαμε τόμπολα.
Συμμετείχαμε και οι μικροί σε αυτό, λοταρία ήταν. Στα άλλα καφενεία του χωριού τζόγος της τράπουλας μόνο για μεγάλους. Γύρω απ' το μεγάλο στρογγυλό τραπέζι δίπλα στην στόφα παίρναμε θέση, μπροστά μας η καρτέλα. Με αγωνία περιμέναμε να βγούν ένα- ένα τα νούμερα απ' το σακούλι, και ανήσυχα κοιτάγαμε τον διπλανό μήπως προλάβει εκείνος. Ένα κουτί κουραμπιέδες ήταν συνήθως το έπαθλο του νικητή. Μπακλαβάς και λουκουμάδες ήταν τα γλυκά των γιορτών στα σπίτια μας, οι κουραμπιέδες ιδιαίτερης προτίμησης τότε.
Θαρρώ τα χρόνια της λιτής ,μέχρι τα απαραίτητα διαβίωσής μας, της προσμονής, της απλότητας, της απουσίας πλουτοεπίδειξης κρυβόνταν το νόημα της ζωής. Η χαρά η ικανοποίηση και το αληθινό.
Ζούσαμε σαν οικογένεια με τους συγγενείς, την γειτονιά, τούς χωριανούς, την παρέα , τους φίλους.
Γνήσιες ανθρώπινες σχέσεις.
Ας κοιτάξουμε λίγο πίσω πριν η μνήμη μας χαθεί τελείως. Νοσταλγικά, με χαμόγελο ψυχής μα και αισιόδοξα. Το ’χουμε τόσο ανάγκη στις μέρες μας .
Καλά Χριστούγεννα.
Πίνακας " ΚΑΛΑΝΤΑ" Ν. Λύτρα 1872
Δεκέμβρης 2022 παραμονές γιορτών το χωριό ( Υδρούσσα και Ρούσσο)
Τι να πώ; Θλίψη και απογοήτευση, ερημιά και απαξίωση.
Τα χωριά σβήνουν, νέκρωσε το υγιές κύτταρο της Ελληνικής κοινωνίας.
Κλειστά σχολεία, εκκλησίες, καφενεία. Καλάθια και κουπόνια, πάνδηλη φτώχεια. Απομόνωση, στριμώγματα από παντού κι' αδιέξοδα.
Εμπεδώσαμε τελικά την μονιμοκρίση και οιονεί συνενόχους μας κατέστησαν οι πρασινοπαρδαλογαλάζιοι σωτήρες μας.
Ο επιβεβλημένος φόβος και η ανασφάλεια, πλούσια τους δήθεν τρέφει.
Και του χρόνου με τις υγείες μας και για έτη πολλά!
Πιο αποβλακωμένοι κολλημένοι στις οθόνες της προπαγάνδας της γκλαμουριάς και της ψευδαίσθησης.
Εποχές της -ατάρ ας, με Q για λίγους με Κ για πολλούς!